Ανθρώπινη Νόηση και Τεχνητή Νοημοσύνη: Αναζητώντας τις θεμελιώδεις διαφορές του νοήματος στα όρια της μεταφυσικής
4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Γνωσιακής Επιστήμης, Συμπόσιο Άνθρωποι και Ρομπότ: Κοινές Αρχές και Ουσιώδεις Διαφορές. Ελληνική Εταιρεία Γνωσιακής Επιστήμης. Αθήνα. 2013. DOI: 10.13140/RG.2.2.17433.67681
Άλκης Γούναρης
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Abstract: Στην προσπάθεια ανίχνευσης κοινών αρχών και ουσιωδών διαφορών μεταξύ Ανθρώπινης Νόησης (ΑΝ) και Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) είναι συχνά σκόπιμο να κοιτάζουμε πίσω στα φιλοσοφικά θεμέλια και να αντιμετωπίσουμε ερωτήματα τα οποία συνηθίζουμε να προσπερνάμε με ευκολία. Τέτοια ερωτήματα, κυρίως γνωσιολογικού και οντολογικού χαρακτήρα, σχετίζονται με τη «φύση» και τον χαρακτήρα της γνώσης και της νοηματοδότησης και ειδικότερα με τον τρόπο που ο κόσμος έχει -ή μπορεί να αποκτά- νόημα για τα νοήμονα όντα. Οι απαρχές μιας τέτοιας διερεύνησης καταδεικνύουν βασικές οντολογικές διαφορές μεταξύ ΑΝ και ΤΝ και συμβάλλουν στον έλεγχο του «παραδείγματος» της υπολογιστικής θεώρησης καθώς και στην αξιοπιστία των εναλλακτικών προσεγγίσεων της ενσώματης νόησης.
Στην παρούσα ανακοίνωση, θα υποστηριχτεί ότι μέσω ορισμένων εξηγητικών μοντέλων μας επιτρέπεται μια ρεαλιστική θεώρηση της ανθρώπινης νόησης, ενώ αντιθέτως η τεχνητή νοημοσύνη είναι εγκλωβισμένη (τουλάχιστον με τα μέχρι σήμερα υπολογιστικά μοντέλα) σε μια ιδεαλιστική θεώρηση.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτές τις δυο οντολογικά διακριτές θέσεις, είτε ο κόσμος έχει δεδομένα χαρακτηριστικά μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και «νοήματα», ανεξάρτητα από το πώς αυτά αποτυπώνονται, αναπαριστώνται ή νοηματοδοτούνται από το εκάστοτε νοήμον ον, είτε, το νοήμον ον προβάλλει έναν δικό του κόσμο με αποτέλεσμα η εκάστοτε πραγματικότητα του κόσμου -και συνεπώς το νόημα- να αποτελεί λίγο πολύ την αντανάκλαση των εσωτερικών νοητικών διαδικασιών ή των εσωτερικών αναπαραστάσεων του νοήμονος όντος. Ανάμεσα σε αυτές τις δυο θέσεις, που οι Varela, Thompson και Rosh[1] ονομάζουν θέση της «κότας» και θέση του «αυγού» βρίσκονται μια σειρά από ενδιαφέρουσες, άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο ρηξικέλευθες, υποθέσεις, που επιδιώκουν να επιλύσουν το πρόβλημα της συγκρότησης του νοήματος και της γνώσης.
Η οντολογική αυτή διάκριση ρεαλισμού –ιδεαλισμού, δεν είναι μόνο θεωρητική αλλά καθορίζει -όπως σημειώνει ο Shapiro[2] - τα όρια των δυνατοτήτων και της δράσης των νοήμονων όντων, αφού μεταξύ αντίληψης, νοήματος και δράσης (δηλαδή αλληλεπίδρασης με τον κόσμο) διαμορφώνεται ένας αλληλοτροφοδοτούμενος βρόγχος όπου η αντίληψη καθορίζει τη δράση και η δράση καθορίζει την αντίληψη κ.ο.κ. Συνεπώς τα όρια δράσης του «αυγού», κατά αυτή την έννοια, θα είναι διαφορετικά από τα όρια δράσης της «κότας» στην περίπτωση που το νόημα και ο κόσμος (όπως συμβαίνει στην περίπτωση της «κότας») δεν βρίσκονται μέσα σε κάποιο σύμπαν νοητικών αναπαραστάσεων.
Ως νοητικές αναπαραστάσεις εδώ, μπορούμε να εννοούμε κάθε τι που συγκροτεί, ως «περιεχόμενο» στον εγκέφαλο, τις πληροφορίες από τον εξωτερικό κόσμο[3] ή κάθε τι που μπορεί να έχει συμβολικό και σημασιολογικό χαρακτήρα εντός του νοήμονος όντος[4].
Διερευνώντας τα μεταφυσικά θεμέλια της ΑΝ και της ΤΝ θα μπορούσε κανείς εύκολα να διαπιστώσει ότι: η μεν «φύση» της ΤΝ στηριζόμενη στις αναπαραστάσεις δεσμέυεται σε μια ιδεαλιστική παραδοχή για τον κόσμο, καθώς σε κάθε υπολογιστική διαδικασία ο κόσμος μπορεί να αναγνωριστεί μόνο σύμφωνα με κάποιους «εσωτερικευμένους» κανόνες[5], η δε «φύση» της ΑΝ χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση για να καθοριστεί.
Η ύπαρξη των αναπαραστάσεων οριοθέτησε από πολύ νωρίς το εύρος του κόσμου των υπολογιστικών μηχανών καθώς «αποδείχθηκε πως είναι πολύ δύσκολο να αναπαραχθεί σε μια εσωτερική αναπαράσταση ενός υπολογιστή ο απαραίτητος πλούτος του περιβάλλοντος που θα προκαλούσε την επιθυμητή συμπεριφορά ενός ρομπότ υψηλής προσαρμοστικότητας»[6].
Αυτό ακριβώς το πρόβλημα επιχείρησε να αντιμετωπίσει ο Brooks στα τέλη της δεκαετίας του ’80 όταν στην προσπάθειά του να απαλλαγεί από τα όρια των εσωτερικών αναπαραστάσεων ανέπτυξε μια «διαφορετική προσέγγιση κατά την οποία ένα κινούμενο ρομπότ χρησιμοποιεί τον ίδιο τον κόσμο ως δική του αναπαράσταση – αναφερόμενο συνεχώς στους αισθητήρες του αντί σε ένα εσωτερικό μοντέλο για τον κόσμο»[7]. Το συγκεκριμένο εγχείρημα, ενώ στην πραγματικότητα δεν απήλλαξε την ΤΝ από τις –υπό την ευρεία έννοια- αναπαραστάσεις άνοιξε τον δρόμο στις θεωρίες της ενσώματης νόησης να μεταπηδήσουν από τον χώρο της μεταφυσικής στα εργαστήρια της ρομποτικής. Την ίδια εποχή ο Hubert Dreyfus αποκλείοντας την σύγκλιση ΑΝ και ΤΝ θεώρησε, ότι η δεύτερη (η ΤΝ) είναι αδύνατον να απαλλαγεί ουσιαστικά από τις αναπαραστάσεις. Όπως χαρακτηριστικά τόνισε, τα πράγματα και τα γεγονότα του κόσμου ανάμεσα στα οποία ζούμε, είναι φορτισμένα με «νόημα» και «δεν συνιστούν κάποιο μοντέλο του κόσμου που βρίσκεται αποθηκευμένο στον νου ή τον εγκέφαλό μας… αλλά –απεναντίας- είναι ο ίδιος ο κόσμος»[8]. Λίγα χρόνια αργότερα ο van Gelder υποστήριξε ότι «ο θεμελιώδης τρόπος της αλληλεπίδρασης μας με το περιβάλλον δεν είναι ούτε αναπαριστώντας το, ούτε καν ανταλλάσοντας εισροές και εκροές με αυτό»[9]. Ο ίδιος πρότεινε λύσεις μέσω των δυναμικών συστημάτων τα οποία θα μπορούσαν να ανταποκρίνονται στις καταστάσεις του κόσμου χωρίς απαραίτητα να τον αναπαριστούν. Η στροφή αυτή προς μια ρεαλιστική εκδοχή του νοήματος άλλαξε εν μέρει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τόσο την ανθρώπινη νόηση όσο και την τεχνητή νοημοσύνη, χωρίς ωστόσο μια ρεαλιστική υπόθεση για το νόημα να μπορεί να θεμελιωθεί οντολογικά με πειστικά επιχειρήματα.
Οι θεωρίες της ενσώματης νόησης που υιοθετήθηκαν από την ΤΝ είναι κατά βάση «συμβατές» με τις υπολογιστικές θεωρίες γεγονός που τις περιορίζει σε «εσωτερικούς» κόσμους (Brooks, Agre[10], Wheeler[11], Ramsey[12] κ.α.). Εκτός όμως από τις «συμβατές» αυτές θεωρίες, έχουν προταθεί και ορισμένες «ασύμβατες» θέσεις (Varela, Thompson[13], Chemero[14], Gounaris[15]) οι οποίες θα μπορούσαν να αναδείξουν μια πειστική εκδοχή ενός «εύρωστου» ρεαλισμού για το νόημα, όπως αυτό συγκροτείται κατά την παρουσία νοήμονων όντων όπως είναι ο άνθρωπος.
Στη παρουσίαση αυτή, θα γίνει μια εκτενέστερη αναφορά σε δυο τέτοιες «ασύμβατες» θέσεις της ενσώματης νόησης, που εξαλείφουν στην ουσία τα εσωτερικά νοητικά φαινόμενα μεταφέροντας το νόημα στον πραγματικό κόσμο. Η μια, ο «φαινομενολογικός ρεαλισμός» του Chemero[16], έλκει την καταγωγή του από τις «παρεχόμενες δυνατότητες» (affordances) του J.J. Gibson[17] και δίνει στο νόημα οντικό χαρακτήρα. Η δεύτερη, δική μου, (Gounaris[18]) έλκει την καταγωγή της από μια συστημική θεώρηση του νοήμονος όντος ως αδιάσπαστο μέρος του κόσμου και δίνει στο νόημα χαρακτήρα συστημικής ιδιότητας.
Μια τέτοια ρεαλιστική εκδοχή του νοήματος απαλλάσσει τις επιστήμες της νόησης από την αναζήτηση του σε συμβολικές, τυπικές ή άλλες «εσωτερικευμένες» δομές και παράλληλα διαχωρίζει τον κόσμο της ανθρώπινης νόησης και της τεχνητής νοημοσύνης τοποθετώντας ανάμεσά τους σαφή μεταφυσικά όρια._
_______________________________
[1] Varela, F., Thompson, E., and Rosch, E. (1991). The Embodied Mind: Cognitive Science and
Human Experience. Cambridge: MIT Press.
2 Shapiro, L. A. (2011). Embodied cognition. Ν.Υ.: Routledge.
3 Pitt, D. (2012). Mental Representation. The Stanford Encyclopedia of Philosophy. Zalta, E.N. (ed.). http://plato.stanford.edu/archives/win2012/entries/mental-representation/
4 Fodor, J. (1981). Representations. Cambridge, Mass.: MIT Press.
5 Dreyfus, H. (1992). What Computers Still Can’t Do, A Critique of Artificial Reason. MIT Press.
6 Feigenbaum, E. Artificial Intelligence: Themes in the second Decade. IFIP Congress ’68, Final Supplement. p. J-13.
7 Brooks, R. (1988). Intelligence without Representation. In Haugeland, J. (Ed.) Mind Design. MIT Press.
8 Dreyfus, H. (1992). What Computers Still Can’t Do, A Critique of Artificial Reason. MIT Press. p.265-266.
9 Van Gelder. (1997). Dynamics and Cognition. In Haugeland, J. (Ed.) Mind Design II. A Bradford Book. Cambridge, MA: The MIT Press. p. 439, 448.
10Agre, P. (1988). The Dynamic Structure of Everyday Life. MIT AI Technical Report. Is.no.1085. October 1988. chapter 1. Section A1a, 9.
11Wheeler, M. (2002). Change in the Rules: Computers, Dynamical Systems, and Searle. In Preston, J. and Bishop, M. (Eds.) Views into the Chinese Room: New Essays on Searle and Artificial Intelligence. Oxford: Clarendon Press. p.345.
12 Ramsey, W. (2007). Representation Reconsidered. Cambridge: Cambridge University Press.
13 Thompson, E., and F. Varela (2001). Radical embodiment: Neural dynamics and consciousness. Trends in Cognitive Sciences. 5, 418–425.
14 Chemero, A., and M. Turvey (2007). Gibsonian affordances for roboticists. Adaptive Behavior. 15. p.473–480.
15 Gounaris, A. (2012). A Naturalistic Explanation of Meaning within Embodied Cognition. 2nd National Conference on the Philosophy of Science, National and Kapodistrian University of Athens
16 Chemero, A. (2009). Radical embodied cognitive science. MIT Press.
17 Gibson, J. J. (1977). The theory of affordances. In Shaw, R. and Bransford, J. (eds.) Perceiving, acting, and knowing: Toward an ecological psychology. Hillsdale, NJ: Erlbaum. p. 67-82.
18 Heidegger, Neurosciences and the Exemption from the Descartes’ Error. Dasein Lab Workshop: Philosophy and Neurosciences. Athens
Keywords: Realism, human cognition, artificial intelligence, non-representational cognitive science, embodied cognition